Βιβλία

ΠΕΡΙ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

blank
blank
Α Ν Τ Ω Ν Η Σ .Δ. Π Α Π Α Γ Ι Α Ν Ν Ι Δ Η Σ

Κ Ω Σ Τ Α Σ   Η Ρ Α Κ Λ Η Σ   Γ Ε Ω Ρ Γ Ι Ο Υ
Η ΤΕΧΝΗ ΣΤΟ ΕΦΗΜΕΡΟ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΙΛΗΤΟΣ / 2011

Η εφημερίδα ως πάλη με το εφήμερο

Αναδρομή σε μια απόπειρα ενσωμάτωσης της καλλιτεχνικής
δημιουργίας, της εικαστικής κατάθεσης που επιδιώκει το πιο μόνιμο σε
έναν χώρο εξ ορισμού ταυτισμένο με το εφήμερο και την άμεση
ενημέρωση – την εφημερίδα; Αυτό, από απόσταση τριών και πλέον
δεκαετιών, διότι τόσο είναι ο χρόνος που χωρίζει την εικονογράφηση
λογοτεχνικών κειμένων στην «ΕΒΔΟΜΑΔΑ» του Κυριακάτικου
ΒΗΜΑΤΟΣ στα τέλη της δεκαετίας του ΄70 και τις αρχές του ΄80, είναι
η παρουσία πρωτότυπων έργων του εικαστικού Κώστα Ηρακλή
Γεωργίου δίπλα σε κείμενα μεγάλων της Ελληνικής και διεθνούς
λογοτεχνίας.

Ορισμένοι από τους δημιουργούς που είχαν φιλοξενηθεί σ΄ εκείνο το
εγχείρημα: Italo Calvino, Alberto Moravia, Αριστοτέλης Νικολαϊδης ,
Κωστούλα Μητροπούλου, Γιάννης Αγγέλου, Βασίλης Αλεξάκης, Τάκης
Χατζηαναγνώστου, Δημήτρης Χριστοδούλου, Σπύρος Πλασκοβίτης,
Graham Greene, Ernest Hemingway, Jorge Amado, Patricia
Highsmith, Bασίλης Βασιλικός , Ilya Varshavsky, Vladimir Voinovich,
Augusto Roa Basto,Anatole Broyard, Elio Vittorini, Michel Lambert,
Roald Dahl, Jean Joubert,Suzanne Prou, Istan Orkeny, Catherine
Rihot,William Faulkner, Sandro Penna, Luigi Pirandello, Isaac Babel.

Έγραφε, ήδη τον Δεκέμβριο του 1979, ο χαράκτης Α.Τάσσος
αναφερόμενος σ’ εκείνο το εγχείρημα: «Mεταξύ των Ελλήνων εκδοτών,
ελάχιστοι είναι εκείνοι πού δέχονται και πορεύονται με την άποψη ότι
ένα υπό έκδοση εικονογραφημένο ή όχι, έντυπο θα πρέπει στο σύνολο
του να είναι προσεγμένο. Αποτελεί μία στοιχειώδη καλή συμπεριφορά
προς τον ανώνυμο αναγνώστη πού δέχεται ανυποψίαστος και κάθε μέρα
την επιθετική επίδραση τού καλού ή άσχημου σ’ εμφάνιση έντυπου. “Αν
λάβουμε υπ’ όψη μας τον τεράστιο χώρο πού καταλαμβάνει στη ζωή μας
το έντυπο χαρτί – κι αυτόν δεν τον έχουμε στον τόπο μας αποτιμήσει-
ίσως εκτιμούσαμε κατά προσέγγιση την επίδραση πού ασκεί στην καλή
αισθητική αγωγή τού μεγάλου κοινού. Τότε ακόμα ίσως καταλάβουμε κι
εκτιμήσουμε καλύτερα τη συμβολή των καλλιτεχνών πού είναι ταμένοι
στην υπηρεσία του καλού έντυπου».

Αν για τον Τάσσο αυτή είναι η βάση της αξιολόγησης του
εγχειρήματος εκείνου, η Ντόρα Ηλιοπουλου-Ρογκάν γράφει (στην
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, τον Ιανουάριο του 1980):
«Ο Γεωργίου, δημιουργός με μία πολύ έντονη προσωπικότητα- τον
διακρίνει μία ωριμότητα στη σύνθεση και μία μεγάλη ευχέρεια στο
σχέδιο- κατορθώνει σε κάθε περίπτωση να πιάνει καίρια το βαθύτερο
νόημα τού υπό εικονογράφηση έργου και στο να αναμεταδίδει στην
αμεσότητα του δίχως να μάς φορτίζει οπτικά ή να διασπάει την προσοχή
μας στο συναισθηματικό τομέα. Παράλληλα, επειδή η καλλιτεχνική
έκφραση δεν αποβαίνει σε βάρος τού νοήματος τού γραπτού λόγου ή
αντίστροφα, ο Γεωργίου υλοποιεί μία χρυσή τομή: την προσθήκη μέσα
από το σχέδιο του μίας νέας, δημιουργικής διάστασης στο γραπτό λόγο.
Άλλοτε με έναν παραστατικό τρόπο, άλλοτε με μίαν ημι- παραστατική ή
και τελείως αφηρημένη τεχνοτροπία ή ακόμη, με λύσεις πού βρίσκονται
πολύ κοντά σε μία μορφή εννοιολογικής τέχνης ο Γεωργίου μάς
αποδεικνύει σε κάθε περίπτωση τη μεγάλη δεξιοτεχνία του στο σχέδιο».

Επανερχόμαστε στον A. Τάσσο, που εξειδικεύει την παρουσίασή του:
« Ο Κ.Η Γεωργίου είναι κάτοχος μιάς αξιόλογης τεχνικής, τόσο στό
χρώμα οσο και στόν τόνο του και στο γραμμικό σχέδιό του. Θά
μπορούσα νά προβλέψω οτι στήν πορεία της δουλειάς του, που
χρειάζεται επιμονή και υπομονή, ό Κ.Η. Γεωργίου θα διατυπώσει ίσως
ενα δικό του χώρο με ατμόσφαιρα κι ένταση. Συνθέτει, χρωματίζει και
τονίζει μέ αξιόλογη ενότητα και πίσω απο τά οπτικά φαινόμενα αρχίζει
νά διαφαίνεται ενα προσωπικό υφος κι αυτό το θεωρώ τώρα, το πιο
σημαντικό στη δουλειά του.Θα μπορούσα νά χαρακτηρίσω τόν Κώστα
Ηρακλή Γεωργίου δεικτικό ανατόμο και ταυτόχρονα επιθετικό και
γνώστη του στόχου του. Κι όμως τα έργα του Κ.H. Γεωργίου έχουν
βασικό προορισμό να υπάρξουν και να δράσουν στο σύνολο ενός
εκδοτικού γεγονότος. Η συνεργασία των έκδοτων, των καλλιτεχνών και
των τυπογράφων είναι ή μόνη λύση. Οι νέες δυνάμεις στις οποίες ανήκει
και ο Κ.H. Γεωργίου, ελπίζω να προωθήσουν αυτή την ουσιαστική
προϋπόθεση, γιατί παρ’ όλα αυτά έχουμε πίσω μας μία μικρή αλλά καλή
παράδοση στο ελληνικό έντυπο. Το εικονογραφημένο έντυπο έχει
απεριόριστες εκτάσεις και είναι αξιόλογος τομέας έκφρασης. »

Ενώ, παρουσιάζοντας τις εικονογραφήσεις του ο Κώστας Ηρακλής
Γεωργίου στην Αίθουσα Τέχνης ΣΥΛΛΟΓΗ το 1980, η Μαρία Θ.
Παξινού αποτιμά: «Η δουλειά του στον εκδοτικό χώρο, και ειδικότερα
ή εικονογράφηση διηγημάτων στο ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, προσφέρει
έμπρακτα δείγματα μιας κοινωνικοποιημένης τέχνης ευρείας μαζικής
κατανάλωσης και χρήσης. Μιας τέχνης πού όχι μόνο προσφέρεται σε
όλους σε χαμηλή τιμή και καθημερινούς χώρους, άλλά και εκλαϊκεύει, με
την λακωνικότητα τής εικόνας, τα μεγάλα θέματα- προβλήματα τής
εποχής μας.»

Διότι «Ο ζωγράφος, σε πολλές περιπτώσεις δεν περιορίζεται σε μία
απλή οπτική “ανάγνωση” και μεταγραφή του κειμένου, επιχειρεί μία
ερμηνεία. Με τον ίδιο τρόπο πού, κατά τον Μάκ Λιούαν, τα μέσα μαζικής
επικοινωνίας επεκτείνουν τις αισθήσεις μας, ή εικονογράφηση
προεκτείνει και πλουτίζει τον κόσμο του λογοτέχνη».

Αν αυτά τότε, γιατί η επαναφορά αυτής της προβληματικής σήμερα;
Επειδή μ’ όλη την μεγάλη αλλαγή σε τεχνικά μέσα, σε οικονομική
κλίμακα και σε δημόσια λειτουργία του Τύπου, η αναζήτηση διεξόδων
υπέρβασης από το εφήμερο και- συνάμα- τρόπων για να εκπέμπονται
μηνύματα στις αισθήσεις και το συναίσθημα πέρα απ’ εκείνα που φέρει
ο γραπτός λόγος, όχι μόνο παραμένει αλλά και εντείνεται.